πεντολίτης

πεντολίτης
ο
χημ. εκρηκτικό μίγμα αποτελούμενο από ίσες ποσότητες τετρανιτρικού πενταερυθρίτη και τρινιτροτολουολίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. pentolite < pent- (< πεντα-) + -ol + -ite].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”